Το σουτιέν του μπαμπά μου

Όχι του δικού μου, του Μάκη Δελαπόρτα. Όπως καταλάβατε, είχαμε πάλι προβολή μετά από πολύυυυυυ καιρό. Με μειωμένο κοινό μεν, αλλά και πάλι είναι μια πρόοδος. Και τι καλύτερη ταινία θα μπορούσαμε να βρούμε από «Το σουτιέν του μπαμπά μου», μία τραγική κωμωδία – όπως αυτοαποκαλείται – του 1982 σε σκηνοθεσία Βαγγέλη Μελισσινού. Πρωταγωνιστούν οι Μάνος Θανόπουλος (που έχει γράψει και το σενάριο), Μάκης Δελαπόρτας και Δημήτρης Βερύκιος.

Πάμε στην υπόθεση, μη διαβάσετε αν δεν θέλετε spoilers. Η ταινία μας δείχνει στιγμές από τη ζωή των εργαζομένων σε ένα καμπαρέ, τους έρωτες, τις ίντριγκες, την καθημερινή πλευρά τους. Ιδιοκτήτρια του καμπαρέ είναι η τραβεστί Μάμα Ρόζα (Θανόπουλος), αυστηρή με τους υπαλλήλους της εν ώρα εργασίας και συνάμα ανθρώπινη με τα προβλήματά τους. Στο καμπαρέ δουλεύουν ακόμα οι τραβεστί Τζίλντα και Εμμανουέλα και η γυναίκα Λάουρα ως showgirls, ο γκέι Τζούλιο ως μπάρμαν και ο Μάριος (Βερύκιος) ως υπεύθυνος φωτισμού, επίσημος γκόμενος της Ρόζας και τεκνό γενικών καθηκόντων. Ανάμεσα σε διάφορες ασύνδετες μεταξύ τους κωμικοτραγικές καταστάσεις που αντιμετωπίζουν οι πρωταγωνιστές, ο Μάριος την πέφτει με τη σειρά σε όλους ανεξαιρέτως τους υπαλλήλους του καμπαρέ (τραβεστί, γυναίκες, γκέι) καθώς και σε διάφορες άλλες γκόμενες που κυκλοφορούν δεξιά κι αριστερά, μέχρι που τον καρφώνουν στην Μάμα Ρόζα και αυτή τον διώχνει παρόλο που τον αγαπάει. Προς το τέλος της ταινίας, εμφανίζεται και ο Νικόλας (Δελαπόρτας), ένα 17χρονο παιδί που έχει ζήσει όλη τη ζωή του σε ορφανοτροφείο και έρχεται να μείνει και να δουλέψει στο καμπαρέ, καθώς η Μαμα Ρόζα του λέει ότι γνωρίζει λεπτομέρειες για το παρελθόν του. Μετά από πολλή πίεση, κλαμματα και ζήλειες, αποκαλύπτεται το τραγικό μυστικό που είναι βέβαια εμφανές από τον τίτλο της ταινίας: η Μάμα Ρόζα είναι ο πατέρας του μικρού Νικόλα.

Δεν ήταν και κανένα αριστούργημα η ταινία, αλλά δεν ήταν και άσχημη. Ήταν μια καλή επανεκκίνηση των προβολών κι εύχομαι να μην ξανακάνουμε τόσο μεγάλο κενό. Αυτά που μας έμειναν και τα συζητούσαμε την επόμενη μέρα στο γραφείο ήταν:

  1. Η μόνιμη ατάκα της Μάμα Ρόζας προς τις εργαζόμενες στο καμπαρέ «Σκάσε κατσίκα!»
  2. Το εκπληκτικό χορευτικό με τον αξεπέραστο στίχο «Νταμ ντουμ, νταπαντούμ, καλησπέρα σας».
  3. Ο Τζούλιο, που επιβεβαιώνει το ρητό των 80s «το μουστάκι είναι ο φερετζές του πούστη». Αρχικά δεν ψυλλιάζεσαι ότι είναι γκέι, αργότερα πάει για παρτουζίτσα με τρία παλικάρια, και στο τέλος της ταινίας καταλήγει με ρόμπα, φτερά και βεντάλια. Και το μουστάκι, μουστάκι.
  4. Η εξήγηση που δίνει η Ρόζα-πατέρας στον Νικόλα, σχετικά με το πώς συνέβη το μοιραίο και γεννήθηκε: «Η μητέρα σου ήθελε μια εμπειρία… με αδερφή».

 

Αυτά, και ελπίζω η επόμενη ταινία να μας δώσει περισσότερη τροφή για σχόλια. Έχουμε δυο-τρεις πολύ σπέσιαλ στα «προσεχώς», να δούμε πότε θα καταφέρουμε να τις παρακολουθήσουμε.

Αναρτήθηκε στις Καλλιτεχνικά. Leave a Comment »

Το τελευταίο παιχνίδι

Χτες το μεσημέρι τημήσαμε το 9o Φεστιβάλ Καλτ Ελληνικού Κινηματογράφου (trailer) στο Gagarin 205. Είδαμε την ταινία «Το Τελευταίο Παιχνίδι», παραγωγής 1990 σε σενάριο και σκηνοθεσία του Αλέξη Τσάφα, με τους Δημήτρη Μαυρόπουλο, Ελένη Ράντου και Θάλεια Αργυρίου. Είναι μια δραματική ταινία που περιγράφει την ταραχώδη σχέση ενός νταλικιέρη με μια ναρκομανή μαθήτρια λυκείου.

Πάμε στην υπόθεση (here be spoilers): Ο Νώντας (Μαυρόπουλος) είναι ένας πτωχός πλην τίμιος φορτηγατζής. Επειδή όμως αντιμετωπίζει σοβαρά οικονομικά προβλήματα, χρωστάει κάτι δόσεις και κινδυνέυει να του κατασχέσουν την νταλίκα (την οποία έχει βαφτίσει Μπουμπού), παίρνει την απόφαση να κάνει μια παράνομη δουλειά για να ξεχρεώσει. Μετά από προτροπή ενός φίλου του, μεταφέρει «πράμα» για κάποιους τύπους του υποκόσμου. Η κατάσταση περιπλέκται όταν, κατά την επιστροφή του με το «πράμα», του την πέφτουν κάτι τύποι στη λαχαναγορά και του το κλέβουν, αφού τον σαπίσουν στο ξύλο. Με τη βοήθεια του φίλου του και μετά από πολύ ξύλο, βρίσκει τους τύπους που τον έκλεψαν, τους καρφώνει στο μεγάλο αφεντικό του υποκόσμου (που έχει το γραφείο του σε μια σχολή καράτε !!!), βρίσκουν το κλεμμένο «πράμα» και ο Νώντας πληρώνεται για τον κόπο του και ξεχρεώνει την νταλίκα.
Έτσι λοιπόν επιστρέφει στην κανονική του ζωή, η οποία συνίσταται στο να δουλεύει, να κοιμάται στην νταλίκα (δεν έχει σπίτι) και να πηδάει την καλόκαρδη και συμπονετική πουτάνα Βασιλική (Αργυρίου), η οποία είναι κρυφοκαψούρα μαζί του. Μέχρι που μια μέρα παίρνει με ωτοστόπ την Ισαβέλλα (Ράντου), μια μαθήτρια λυκείου και την ερωτεύεται. Η Ισαβέλλα είναι βαποράκι και πουλάει ναρκωτικά στο σχολείο της, ενώ παράλληλα τρυπιέται και η ίδια. Ο Νώντας προσπαθεί να την κάνει να ξεκόψει, αλλά έρχεται αντιμέτωπος με τους πρεζέμπορες που την έχουν μπλέξει, οπότε σκαρφίζεται ένα μεγαλοφυές σχέδιο ζωής και θανάτου, το «τελευταίο παιχνίδι» του. Κλέβει τα ναρκωτικά που έχουν δώσει στην Ισαβέλλα να πουλήσει και φεύγει στην Θεσσαλονίκη για να συμμετέχει σε μια ασφαλιστική απάτη – να ρίξει το ταξί ενός γνωστού του από ένα γκρεμό για να εισπράξουν τα χρήματα της ασφάλειας. Ειδοποιεί με ανώνυμο τηλεφώνημα τους πρεζέμπορες που τον ψάχνουν και όταν εμφανίζονται, μετά από μια απίστευτη καταδίωση στους δρόμους της πόλης, ρίχνει το ταξί στον γκρεμό για να πιστέψουν ότι πέθανε. Τέλος, τηλεφωνεί στην Ισαβέλλα και την καλεί να ξεκινήσουν μαζί μια νέα ζωή στην συμπρωτεύουσα, μακριά από τα ναρκωτικά και τον υπόκοσμο.

Τα highlights της προβολής:

  1. Ο βασανισμός αυτού που έκλεψε το «πράμα» ώστε να ομολογήσει πού το έκρυψε. Τον είχαν ξαπλώσει πάνω στο καπώ ενός αυτοκινήτου, τον κρατούσαν 2 και ένας τρίτος πήγε έβαλε ένα λάστιχο στην εξάτμιση του αυτοκινήτου και του το έχωσε στο στόμα !!! Τρομερή φαντασία ο σεναριογράφος, ούτε στο χόλιγουντ δεν τα κάναν αυτά το ’90.
  2. Η «αμερικάνα» με το κάμπριο που προσκαλεί τον Νώντα για γυμνό βραδυνό μπάνιο, ιδίως η προφορά της.
  3. Η Ισαβέλλα να δαγκώνει κομμάτια από ένα μήλο, να τα φτύνει στο χέρι της και να ταΐζει το άλογο (!!!) που ιππεύει ο Νώντας, σε μια σκηνή άσχετη με την ροή της ταινίας, όπου ζούσαν τον έρωτά τους στην ύπαιθρο.
  4. Ο Νώντας να χορεύει το «ζεϊμπέκικο της Ευδοκίας» στο καφέ-μπαρ «Έτσι» και η Ισαβέλλα να τον παρακολουθεί. Όλο το κοινό της προβολής (καμιά 20ριά άτομα) χτυπούσε παλαμάκια στον ρυθμό.
  5. Το τελικό πλάνο της ταινίας, με τον Νώντα πάνω σε μια γέφυρα να σκορπίζει στον άνεμο την πρέζα που είχε κλέψει, με φόντο το ηλιοβασίλεμα. Τέχνη, όχι μαλακίες!

Σε γενικές γραμμές η ταινία ήταν αρκετά προσεγμένη παραγωγή, πάντα για τα στάνταρ των βιντεοταινιών εκείνης της εποχής. Λίγο ο ήχος μας τα χάλασε σε μερικές σκηνές, είχε τόσο θόρυβο που δεν ακούγονταν οι διάλογοι, αλλά δεν ξέρουμε αν φταίει η ταινία ή η εγκατάσταση του Gagarin. Επίσης ο σκηνοθέτης την είδε Αγγελόπουλος, με αποτέλεσμα τα «καλλιτεχνικά» πλάνα να είναι πολλά τόσο σε αριθμό όσο και σε διάρκεια – και κάποιες στιγμές μάλιστα εντελώς ξεκρέμαστα. Τεσπα, ωραία ήταν, το ‘σκασα και μια ώρα νωρίτερα από τη δουλειά…

Αναρτήθηκε στις Καλλιτεχνικά. 2 Σχόλια »

Ark Festival 2010

Την Δευτέρα και Τρίτη που μας πέρασε ήταν στην Τεχνόπολη στο Γκάζι το Ark Festival. Πήγα μόνο την Τρίτη, μιας και αυτοί που παίζαν την Δευτέρα ήταν μάλλον πολύ ροκ για τα γούστα μου (και για τα 17€ του εισιτηρίου). Σε γενικές γραμμές ήταν πολύ ωραία, θα αναλύσω παρακάτω ξεχωριστά για τον κάθε καλλιτέχνη και για την διοργάνωση. Ας τους πάρουμε με τη σειρά που εμφανίστηκαν:

León: Δεν τους ήξερα. Περίπου 7-8 άτομα, με βιολιά, τρομπέτες, και έναν ήχο που δεν μπορείς να τον κατατάξεις σε κάποια κατηγορία. Παίξαν 5-6 τραγούδια, 2-3 μου άρεσαν. Σε γενικές γραμμές ούτε κρύο, ούτε ζέστη. Βγήκαν και νωρίς, ήταν και ο κόσμος ακόμα λίγος και μουδιασμένος… μέτρια πράματα. Καλύτερη στιγμή: το πρώτο κομμάτι που παίξανε, ορχηστρικό, θύμιζε ιρλανδέζικο χορό. Όπως κάθε νέος καλλιτέχνης που σέβεται τον εαυτό του, έχουν και σελίδα στο myspace.

The Burger Project: Ένας από τους λόγους που πήγα στο φεστιβάλ! Τέσσερεις παλαβοί τύποι, που κάνουν jazz-funk διασκευές σε γνωστά κομμάτια, από classic rock μέχρι ρεμπέτικα. Ήταν ξεσηκωτική η μουσική τους, είχε αρχίσει και να νυχτώνει, ζεστάθηκε ο κόσμος και άρχισε ο χορός. Καλύτερη στηγμή: η έισοδός τους με το «Βαπόρι απ’ την Περσία» και το κλείσιμο με το «Take my breath away». Μελανό σημείο, τα δύο ρεμπέτικα που είπαν, με την Ματούλα Ζαμάνη στα φωνητικά να προσπαθεί να μας πείσει ότι κατά βάθος είναι μαύρη τραγουδίστρια soul/blues στον αμερικάνικο νότο… Α, έχουν και αυτοί myspace.

Maraveyas Ilegál: Ο Κωστής Μαραβέγιας και η παρέα του είναι ο δεύτερος λόγος που πήγα στο φεστιβάλ. Ήταν απλά καταπληκτικοί! Ξεσηκωτικοί ρυθμοί, ο Κωστής να χοροπηδάει ασταμάτητα στη σκηνή και όλη η Τεχνόπολη να χορεύει. Φαντάσου τι θα γινόταν αν δεν είχε χαλάσει και το ακορντεόν του δηλαδή… Η καλύτερη εμφάνιση της βραδιάς. Ορίστε και το site τους.

Monika: Δεν την ήξερα πριν τη συναυλία, αν και όπως έμαθα ακούγεται αρκετά. Εκείνη τη βραδιά δεν ακουγόταν καθόλου! Η χειρότερη απ’ όλους κατά την ταπεινή μου γνώμη. Κλαψομούνικα τραγούδια και μέτρια φωνή συνιστούν το απόλυτο ξενέρωμα (ιδίως μετά το σόου του Μαραβέγια). Βγάλαμε όλο το πρόγραμμά της καθισμένοι σε ένα πεζούλι και κοιτάζοντας το ρολόι, όπως και πολλοί άλλοι… Επίσης μου έκανε κακή εντύπωση που δεν μιλούσε ανάμεσα στα τραγούδια της. Ένα ευχαριστώ, ένα κάτι ρε παιδί μου. Τίποτα! Δεν έχω να πω τίποτε άλλο, αν θέλετε δείτε το myspace της.

Xaxakes: Τους ήξερα απ’ όταν πήγαινα λύκειο, δεν είχα ιδέα ότι είναι ακόμα ενεργοί. Παρόλα τα χρόνια που πέρασαν από τότε, ήταν ίδιοι και απαράλλαχτοι. Ωραία τραγουδάκια, που δεν μπορείς να μην κουνιέσαι στο ρυθμό τους… Δυστυχώς φύγαμε πριν τελειώσουν για να προλάβουμε το τελευταίο μετρό. Όπως και πάαααρα πολλοί άλλοι. Φυσικά, myspace και για τους xaxakes.

Και λίγα πράγματα από οργανωτικής πλευράς τώρα: Μειονέκτημα μεγάλο το ότι βάλανε την Μόνικα μετά τον Μαραβέγια, ξενέρωσε ο κόσμος. Επίσης μειονέκτημα ότι έγινε καθημερινή με προβλεπόμενο τέλος μετά το τελευταίο μετρό· μισή ώρα νωρίτερα να ξεκινούσε, θα προλάβαιναν όλοι και οι Xaxakes δεν θα παίζαν στο μισό κοινό απ’ ότι οι προηγούμενοι. Στα θετικά ο χώρος της Τεχνόπολης που προσφέρει πολλά πεζούλια και γρασίδια για να καθήσεις, γιατί 6 ώρες δεν βγαίνουν στο όρθιο. Πουλούσαν και τα cd των συμμετεχόντων (μάλλον σε πιο χαμηλές τιμές από τα δισκάδικα), αλλά δυστυχώς δεν είχε των Burger Project.

Αναρτήθηκε στις Καλλιτεχνικά. Leave a Comment »

Χόμπι μου ο βιασμός

Όχι δικό μου βέβαια, αλλά του πρωταγωνιστή της ομώνυμης ταινίας που είδαμε χτες. «Χόμπι μου ο βιασμός» λοιπόν, παραγωγή του 1986, σε σενάριο και σκηνοθεσία του Δημήτρη Βογιατζή, με πρωταγωνιστές τον ίδιο και κάποιους όχι-και-τόσο-γνωστούς, από τους οποίους θυμάμαι μόνο τον ηθοποιό/τραγουδιστή Γιάννη Πολύταρχο (και όχι Πλούταρχο, όπως εκ παραδρομής διαβάσαμε στους τίτλους αρχής). Πρόκειται για μια κοινωνική ταινία που μας δείχνει τη δράση ενός βιαστή και τα αποτελέσματά της, τόσο στα θύματά του όσο και στον ίδιο.

Πιο αναλυτικά (αν και συμβουλεύω να παραλείψετε την επόμενη παράγραφο και να δείτε την ταινία): Ο Χάρης Σταυρόπουλος (Βογιατζής) είναι ο ήρωας της ταινίας, ένας μεσήλικας κλεπτομανής και βιαστής. Αρχικά παρασύρει μια νοσοκόμα, την Στάσα, με το πρόσχημα ότι θέλει αποκλειστική για την ετοιμοθάνατη μητέρα του, και την βιάζει μέσα στο αυτοκίνητό του σε μια ερημιά. Δεύτερο θύμα του το φωτομοντέλο Τερέζα, την οποία βιάζει μέσα στο σπίτι της, αφού πρώτα έχει πηδήξει από την ταράτσα στο μπαλκόνι της, την έχει πάρει μάτι να χαμουρεύεται με τον τραγουδιστή γκόμενό της Νίκο (Πολύταρχος) και τους έχει επιτεθεί ρίχνοντάς τον αναίσθητο (βλ. το 4 εδώ). Ακολουθεί μια κοπέλα (ψιλοανήλικη) στο τραίνο Αθήνα-Χαλκίδα, μια άλλη μέσα στο ασανσέρ της πολυκατοικίας της και μια φοιτήτρια από το Αγρίνιο, που την ψαρεύει σε μια πλαζ και της υπόσχεται δουλειά στο «εργοστάσιό του» για να την βιάσει τελικά στο αυτοκίνητο σε μια ερημική παραλία. Ενδιάμεσα κλέβει κιλότες και πουκάμισα από μαγαζιά όταν δεν κοιτούν οι υπάλληλοι, και έχει διάφορα βίαια ξεσπάσματα/κρίσεις στα οποία γελάει παρανοϊκά, αναπολεί τους βιασμούς, βρίζει τις γυναίκες και κοκορεύεται ότι δεν θα τον συλλάβουν ποτέ. Α! Και γαμάει με ένα δονητή κάτι αφίσες με γυμνές γκόμενες που έχει κρεμασμένες σπίτι του πριν τις ξεσκίσει με ένα στιλέτο (!!!).
Κάποια στιγμή συναντάει τυχαία την Τερέζα, η οποία τον αναγνωρίζει αλλά δεν θέλει να τον καταδώσει γιατί του ομολογεί ότι τον έχει ερωτευτεί από τότε που την βίασε και έχει χωρίσει με τον Νίκο. Ξανακάνουν σεξ και αποφασίζουν να γίνουν ζευγάρι, με την Τερέζα να υπόσχεται ότι θα βοηθήσει τον Χάρη να κόψει τις κλοπές και τους βιασμούς. Ο Χάρης βγαίνει το βράδυ έξω για μια τελευταία διάρρηξη αλλά για κακή του τύχη τον συλλαμβάνει η αστυνομία. Μετά από εξαντλητική ανάκριση και πολύ ξύλο από τους μπάτσους, ομολογεί τα εγκλήματά του πριν αυτοκτονήσει πηδώντας από το μπαλκόνι του τμήματος.

Απίστευτη ταινία, η ερμηνεία του Βογιατζή δεν συγκρίνεται με οτιδήποτε άλλο cult έχουμε δει μέχρι τώρα. Ώρες-ώρες από το τρέμουλο που βγάζει ο ψυχικός πόνος του ήρωα νομίζεις ότι έχει Πάρκινσον ή επιληψία… Τα highlights σύμφωνα με την πολυπληθή παρέα ήταν:

  1. Ο πρώτος βιασμός (της Στάσας) κατά τον οποίο ο Χάρης μέσα σε 1 λεπτό την φωνάζει 9 φορές «Βρώμα!» (ναι, τις μετρήσαμε) και φεύγοντας σπινιάρει με το φιατάκι του στον χωματόδρομο, αφήνοντάς την μες στη σκόνη, σε σημείο που να μη φαίνεται τίποτα.
  2. Η άνεση με την οποία η Τερέζα ξεπέρασε τον βιασμό της (μετά είπε ότι ερωτεύτηκε τον βιαστή και καταλάβαμε). Εμείς την βλέπαμε μετά τον βιασμό να βγαίνει με τον γκόμενο και την παρέα της, να χορεύει τσιφτετέλια στα μπουζούκια και να λέει: «Εντάξει, συμβαίνουν αυτά…»
  3. Οι σκηνές σεξ γενικότερα, κατά τις οποίες ο πρωταγωνιστής δεν γδύνεται ποτέ και τρίβει την επίμαχη περοχή του πάνω στα μπούτια των συμπρωταγωνιστριών του (αντί ανάμεσα :-)).
  4. Η γενικότερη low budget παραγωγή, με τον καμεραμάν να ρίχνει σκιά στους ηθοποιούς και να φαίνεται στους καθρέφτες, και τον ήχο από τα αυτοκήνητα που περνάνε ή την βαβούρα της πλαζ να ακούγονται δυνατότερα από τους διαλόγους. Επίσης ενδεικτική της προσεγμένης παραγωγής η αρχική σεκάνς στης ταινίας: ο ήρωας φεύγει από το γραφείο του με κουστούμι και γραβάτα, πέφτουν οι τίτλοι αρχής και κατά τη διάρκειά τους οδηγάει μια μερσεντές φορώντας κοντομάνικο μπλουζάκι, και με το τέλος των τίτλων παρκάρει ένα φίατ και βγαίνει από μέσα με το κουστούμι και τη γραβάτα!
  5. Το μπάνιο που έκανε η Τερέζα. Σε 2 λεπτά έβρεξε, σαπόυνισε και ξέπλυνε την περιοχή από τα βυζιά μέχρι τον αφαλό της, και αυτό το ονομάζουμε «Έκανα ένα μπάνιο πριν το σεξ!». Συν ότι χρησιμοποίησε σφουγγάρι-«τούβλο», απ’ αυτά που πλένουν τα αυτοκίνητα…

Η ταινία ήταν ό, τι καλύτερο από ελληνικό cult έχουμε δει μέχρι σήμερα και ειλικρινά απορώ πως και δεν την είχαμε βρει μέχρι τώρα. Κατά τη γνώμη μου, δεν νοείται καλτόφιλος που να μην την έχει απολαύσει. Στο youtube βρήκα μόνο την τελευταία σκηνή της ταινίας.

Υ.Γ. Στους τίτλους αναφέρεται και μια ηθοποιός «Μαρία Τζομπανάκη», αλλά, όσο και αν προσέξαμε, δεν βρήκαμε κάποια που να μοιάζει με τη γνωστή ηθοποιό. Όποιος γνωρίζει αν πρόκειται περί συνωνυμίας ή αν όντως έπαιζε η Τζομπανάκη σ’ αυτό το αριστούργημα, παρακαλώ να μας ενημερώσει…

Αναρτήθηκε στις Καλλιτεχνικά. 6 Σχόλια »

Ο γιος του Τσάρλυ & Άννα Γούλα Live

Χτες το βράδυ επιστρέψαμε στο 7ο Φεστιβάλ Cult Ελληνικού Κινηματογράφου για την ταινία «Ο γιος του Τσάρλυ» και το party που ακολούθησε με καλεσμένη την Άννα Γούλα. Η βραδιά μας ξεκίνησε λοιπόν με την ταινία «Ο γιος του Τσάρλυ» του Κάρολου Ζωναρά, παραγωγής 2008 με τους Φαίδωνα Γεωργίτση, Κώστα Βουτσά, Γιώργο Γιαννόπουλο, Αθηνά Παππά και άλλους.

Στην υπόθεση τώρα: Ο Τσάρλυ (Γεωργίτσης) είναι ο αρχηγός μιας συμμορίας του υποκόσμου με έδρα το λιμάνι. Έχει ένα νυχτερινό κέντρο (στριπτηζάδικο), φέρνει γυναίκες από το ανατολικό μπλοκ και πουλάει προστασία στα μαγαζιά και τις πουτάνες της περιοχής. Έχει μια δικιά του ηθική σύμφωνα με την οποία τα χειρότερα πράγματα στον κόσμο είναι τα ναρκωτικά και οι τραβεστί. Ειρωνικά, η ερωμένη του η Τζόι είναι πρεζάκι και το πρωτοπαλίκαρό του ο Τόνυ (Γιαννόπουλος) τα έχει με μια τραβεστί (και μάλιστα είναι ο παθητικός στη σχέση) που κάνει πιάτσα στο λιμάνι. Παρόλες τις πιέσεις που δέχεται ο Τσάρλυ από τον μεγαλέμπορα ναρκωτικών και αργηγό αντίπαλης συμμορίας  Μπιγκ Τζον (Βουτσά), αρνείται πεισματικά να συμμετάσχει στο εμπόριο πρέζας.
Γύρω από το πρόσωπο του Τσάρλυ έχουν δημιουργηθεί διάφοροι μύθοι, με κυριότερο αυτόν που λέει ότι κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην Αμερική έκανε ένα γιο με την Τζόι τον οποίο πέταξε στα σκουπίδια. Έτσι, όταν εμφανίζεται στο λιμάνι ένας νεαρός ρακένδυτος, βρώμικος και χωρίς να μιλάει, οι τραβεστί τον περιθάλπτουν και τον βαφτίζουν «γιο» του Τσάρλυ. Η κατάσταση περιπλέκεται όταν ο Τσάρλυ σκοτώνει το βαποράκι του Μπιγκ Τζον που φέρνει πρέζα στην Τζόι και ο τελευταίος τον αναγκάζει να πουλήσει ναρκωτικά εκ μέρους του για να τον συγχωρέσει. Μετά από αλλεπάλληλες προδοσίες και δολοφονίες τα χρήματα από την πώληση των ναρκωτικών καταλήγουν στα χέρια των τραβεστί και του «γιου». Στο τέλος οι μπράβοι του Τσάρλυ σκοτώνουν τις τραβεστί, για να σκοτωθούν με τη σειρά τους από τη συμμορία του Μπιγκ Τζον, ενώ ο «γιος» κάνει έρωτα με την Τζόι η οποία μέσα στη μαστούρα της τον περνάει για τον Τσάρλυ, ο Τσάρλυ σκοτώνει την Τζόι για την απιστία και ο «γιος» σκοτώνει τον Τσάρλυ, ολοκληρώνοντας έτσι την οιδιπόδεια τραγωδία.

Πολύ ωραία ταινία, με αξιόλογες ερμηνίες από τους ηθοποιούς και δυνατές ατάκες. Μας κάνει εντύπωση που ανεξάρτητες ταινίες σαν κι αυτή δεν βρίσκουν το δρόμο προς τις αίθουσες ενώ είναι κλάσεις ανώτερες από άλλες που προβλήθηκαν κανονικά (π.χ. το «Σπιρτόκουτο» που το έχουμε και πρόσφατο).

Η βραδιά συνεχίστηκε με το καθιερωμένο Pop Porn Party του Φεστιβάλ. Αρχικά προβλήθηκαν αποσπάσματα της ανεκδιήγητης ταινίας «Χόμπι μου ο βιασμός» χωρίς ήχο, ενώ ο DJ (ίδιος ο Howard από το «The Big Bang Theory«) έπαιζε ελληνικές trash μουσικές, κυρίως ’80s. Η ταινία – που απ’ ό,τι καταλάβαμε αναφέρεται στις περιπέτειες ενός μεσήλικα βιαστή – μας κίνησε το ενδιαφέρον και θέλουμε να την βρούμε για να την δούμε ολόκληρη και με ήχο. Ύστερα εμφανίστηκε η Άννα Γούλα η οποία, φορώντας ένα κατακόκκινο σέξι φόρεμα, ξεσήκωσε το κοινό με τα γνωστά τραγούδια της, μοίρασε απλόχερα έρωτα (ήταν και του Βαλεντίνου χτες) και μας χάρισε αποκλειστικά ένα νέο τραγούδι. (Μην περιμένετε να γράψω για το φαινόμενο Άννα Γούλα και το τι αντιπροσωπέυει, δείτε τα βιντεάκια, ψάξτε και λίγο στον γκούγκλη και θα καταλάβετε.)

Τα highlights της βραδιάς:

  1. Η ατάκα του Τσάρλυ: «Ξέρεις τι είναι τραβεστί Τόνυ; Γυναίκα με πούτσο!»
  2. Η ερμηνεία της Άννας στο «Μάτι του Τίγρη» και το βίντεο του Thodorocky που έπαιζε από πίσω.
  3. Οι ιαχές του κοινού «Σουγκλάκο, ζεις, για πάντα παλαιστής!», αφιερωμένες σε μια από τις μεγαλύτερες cult φιγούρες της χώρας μας που χάθηκε νωρίς…
  4. Η σκηνή (από την «βουβή» ταινία) όπου ο 50ρης βιαστής πηδάει από την ταράτσα σ’ ένα μπαλκόνι, παίρνει μάτι ένα ζευγάρι που μπαλαμουτιάζεται στο κρεβάτι και ξαφνικά μπαίνει μέσα, δέρνει τον άντρα, βιάζει τη γυναίκα και ξανανεβάινει στην ταράτσα για να φύγει… Αίλουρος!!!

Σε τελική ανάλυση περάσαμε πάρα πολύ καλά, και πλέον περιμένουμε το 8ο Φεστιβάλ του χρόνου… Μέχρι τότε, επιστρέφουμε στις καθιερωμένες δικές μας προβολές.

Αναρτήθηκε στις Καλλιτεχνικά. 3 Σχόλια »

Τα Στρουμφάκια… στο Φεγγάρι

Πήγαμε χτες το μεσημέρι στην εναρκτήρια προβολή του 7ου Φεστιβάλ Cult Ελληνικού Κινηματογράφου, στο Gagarin 205. Η ταινία που είδαμε λεγόταν «Τα Στρουμφάκια… στο Φεγγάρι», ένα παιδικό μιούζικαλ γυρισμένο κάποτε στη δεκαετία του ’80, σε σενάριο και σκηνοθεσία Μάκη Αντωνόπουλου. Πέντε συνολικά ηθοποιοί – τέσσερεις ντυμένοι σαν Στρουμφ κι ένας Δρακουμέλ – και το άλσος Καισαριανής για Στρουμφοχωριό συνθέτουν αυτό το σουρεάλ αριστουργημα.

Η υπόθεση έχει ως εξής: ο Φαγάνας είναι το λαίμαργο Στρουμφ που μπλέκει όλο σε μπελάδες και γι’ αυτό δεν του πολυαρέσει στο Στρουμφοχωριό με τα άλλα Στρουμφ να τον μαλώνουν. Αποφασίζει λοιπόν να ταξιδέψει στο Φεγγάρι. Ο Δρακουμέλ το εκμεταλλέυται αυτό και προσφέρεται δήθεν να τον βοηθήσει με απώτερο σκοπό να τον φάει. Ο Φαγάνας ξεφεύγει τελικά από την παγίδα του κακού μάγου και τότε τα υπόλοιπα Στρουμφ αποφασίζουν να του δώσουν ένα μάθημα. Ο μπαμπα-Στρούμφ, ο Γκρινιάρης και η Στρουμφίτα, με το πρόσχημα ότι θα τον στείλουν στο Φεγγάρι, ναρκώνουν τον Φαγάνα, τον μεταφέρουν σε ένα σεληνιακό σκηνικό (βλέπε: νταμάρι) και προσποιούνται τους εξωγήινους. Ο Φαγάνας διαπιστώνει τελικά ότι πουθενά δεν είναι καλύτερα από το σπίτι σου και ότι πρέπει να είσαι ευτυχισμένος με αυτά που έχεις, οπότε η ταινία έχει και ηθικό δίδαγμα.

Παρόλο που αν αρχίσω τα σχόλια για την ταινία αυτή θα γράφω μέχρι αύριο, θα προσπαθήσω να περιοριστώ σ’ αυτά που μας έκαναν τη μεγαλύτερη εντύπωση:

  1. Πρωτοτυπία: είναι η μοναδική ταινία που έχω δει η οποία στους τίτλους αρχής έχει σκηνές από τα γυρίσματα! Τον σκηνοθέτη να στήνει τα πλάνα, τους οπερατέρ/ηχολήπτες να παίζουν, τους ηθοποιούς να βάφονται…
  2. Οι στολές των Στρουμφ ήταν άσπρα κολάν (κόκκινο ο μπαμπα-Στρούμφ), μπλε φλις και μάσκα από φλις στο κεφάλι, την οποία στις περισσότερες σκηνές είχαν μισοφορεμένη (ζέστη γαρ), με αποτέλσεμα να φαίνεται το σαγόνι και το στόμα του ηθοποιού. Η Στρουμφίτα φορούσε από πάνω κι ένα φορεματάκι (βλέπε: κουρτίνα). Οι μύτες και γενικότερα οι φάτσες τους μοιάζαν με κούκλες του Μάπετ Σόου. Ιδίως η Στρουμφίτα, προφίλ ίδια ο Γκόνζο.
  3. Ο Δρακουμέλ ντυμένος στα μαύρα, με μάυρο μανδύα-κάπα και μαύρο μαντήλι στο κεφάλι. Όχι καμιά μπαντάνα,  φακιόλι! Σαν καλόγρια ήταν! Παρόλ’ αυτά έκανε απίστευτες γκριμάτσες και γενικά είχε πολύ γέλιο. Παραήταν ηλίθιος πάντως και όλο του ξέφευγαν τα Στρουμφάκια…
  4. Η ταινία ουσιαστικά απευθυόνταν σε παιδιά. Όλα τα τραγουδάκια είχαν βαθύτερο ηθικό νόημα (μην είσαι λαίμαργος, να βοηθάς τους φίλους σου, μην είσαι τεμπέλης κλπ). Επίσης όλοι οι χαρακτήρες απευθύνονταν στο κοινό. (π.χ. ο Δρακουμέλ δίνει κάτι πατατάκια στον Φαγάνα κι αυτός ρωτάει: «Παιδιά να τα πάρω; Είναι καλός αυτός ο κύριος; Ό,τι και να λέτε, εγώ θα τα πάρω!»)
  5. Η Στρουμφίτα ήταν εντελώς στούρνος, έκανε τις ίδιες ερωτήσεις 10 φορές (ξανθιά δεν είναι;). Ο Γκρινιάρης το μόνο που έκανε ήταν να κοιμάται και να λέει «Μου τη δίνει όταν με ξυπνάνε!» όταν κάποιος του μίλαγε.
  6. Οι μεταμφιέσεις των Στρούμφ ως εξωγήινοι αποτελούνταν από μια λαμέ ασημένια χλαμύδα. Και αυτό φυσικά τους έκανε αγνώριστους. Βλέπεις π.χ. ένα ανθρωπάκι με μπλε πρόσωπο και χέρια, κόκκινο σκουφί, άσπρη γενιάδα ΚΑΙ μια λαμέ χλαμύδα και ΦΥΣΙΚΑ δεν καταλαβαίνεις ότι είναι ο μπαμπα-Στρούμφ αλλά τον περνάς για εξωγήινο!

Αυτά σε γενικές γραμμές, αν και δεν μπορώ να φανταστώ ούτε τρίχρονο να παρακολουθεί την ταινία και να την ευχαριστιέται γι’ αυτο που προσπαθεί να είναι. Εμείς γελάσαμε ατελείωτα με αυτό που πραγματικά είναι η ταινία, όπως και όλο το υπόλοιπο κοινό (και οι 15) και φυσικά όπως κάθε φορά στις προβολές αυτού του φεστιβάλ το μεγαλύτερο γέλιο το είχαν οι ατάκες των θεατών (ναι, ακόμα και 15 άτομα κοινό πετούσαν ατάκες). Ένα ευχάριστο απόγευμα, και αν υπολογίσουμε ότι φύγαμε νωρίτερα από την δουλειά για να πάμε στην προβολή ηταν ακόμα καλύτερο. Η παρουσία μας στο φεστιβαλ θα συνεχιστεί και αύριο, οπότε θα επανέλθω…

Αναρτήθηκε στις Καλλιτεχνικά. 3 Σχόλια »

Σπιρτόκουτο

Εκτός από τα φιλμάκια της OTiNaNAi Productions που ανέφερα στην προηγούμενη ανάρτηση, η κινηματογραφική μας βραδιά είχει και μια «σοβαρή» ταινία. Πρόκειται για το «Σπιρτόκουτο», ελληνική δραματική ταινία, παραγωγής 2002, σε σενάριο και σκηνοθεσία του Γιάννη Οικονομίδη, με ηθοποιούς παντελώς άγνωστους (τουλάχιστον σε μας). Η ταινία περιγράφει μια μέρα από την ζωή μιας μικροαστικής (και δυσλειτουργικής) οικογένειας σε ένα διαμέρισμα στον Κορυδαλλό, κατά τη διάρκεια της οποίας η ένταση και οι αντιπαραθέσεις μεταξύ των μελών της οικογένειας συνεχώς αυξάνουν μέχρι την τελική κλιμάκωση. Η ταινία είναι εξολοκλήρου γυρισμένη μέσα σε ένα διαμέρισμα και υποθέτουμε ότι ο τίτλος αλληγορικά αναφέρεται σ’ αυτό.

Λίγα λόγια για την υπόθεση και τους χαρακτήρες: Ο Δημήτρης είναι ένας 50ρης που ζει με την οικογένειά του σε ένα διαμέρισμα στον Κορυδαλλό. Μαζί με τον κουνιάδο του τον Γιώργο έχουν ένα καφέ-μπαρ και σκέφτονται να ανοίξουν και άλλο μαγαζί, εστιατόριο ή καφετέρια, το συζητάν ακόμα. Ο γιος του ο Λουκάς, 20ρης, δουλέυει στο μαγαζί του πατέρα του ενώ η κόρη του η Κική, επίσης στα 20κάτι, έχει βρει έναν πλούσιο γέρο για γκόμενο και του τα μασάει. Η γυναίκα του και αδερφή του Γιώργου Μαρία αχολείται με το σπίτι. Μαζί τους μένει μια ξαδέρφη τους, η Μαργαρίτα, η οποία είναι μάλλον καταθλιπτική. Ο Βαγγέλης, υπάλληλος στο μαγαζί και δεξί χέρι του Δημήτρη επίσης εμφανίζεται σε κάποιες σκηνές.
Υπόθεση per se δεν υπάρχει. Οι ήρωες απλά φωνάζουν, βρίζουν και ξεσπούν ο ένας στον άλλο, χωρίς προφανή λόγο και αιτία, υποθέτουμε γιατί τα έχουν μαζεμένα τόσο καιρό ο ένας στον άλλο και συμβαίνει να «σπάσουν» όλοι μαζί. Οι φωνές και η λεκτική βία όλο και αυξάνονται στη διάρκεια της ημέρας (και της ταινίας) μέχρι την τελική ψυχολογική κατάρρευση του Δημήτρη το ίδιο βράδυ (και το τέλος της ταινίας).

Τρία άτομα ήμασταν, ενός του άρεσε, μία την βρήκε χάλια και εγώ ούτε κρύο – ούτε ζέστη. Οι προσωπικές μου παρατηρήσεις:

  1. Η ταινία είναι υπερβολικά υπερβολική! Δεν είναι δυνατόν να υπάρχει τέτοια οικογένεια, που όλα τα μέλη της να είναι μέσα στην τσίτα και να μισούν πραγματικά το ένα το άλλο. Αν υπήρχε, θα είχαν σφαχτεί ή θα τους είχαν κλείσει σε ψυχιατρείο οι γείτονες πολύ πριν φτάσουν στην κατάσταση που απεικονίζεται στην ταινία. Ως εκ τούτου, σου είναι αδύνατο να ταυτιστείς με κάποιον ήρωα (αν τα καταφέρεις, ξέρω έναν καλό ψυχίατρο…) και να λάβεις κάποιο μήνυμα/δίδαγμα από την ταινία εκτός από το «Οι ψυχικά ασθενείς πρέπει να αντιμετωπίζονται με την κατάλληλη αγωγή από εξειδικευμένο ιατρικό προσωπικό, πριν η κατάσταση γίνει μη αναστρέψιμη!».
  2. Όσο και να θες να την πάρεις στα σοβαρά, η ταινία σε μερικές στιγμές σου προκαλεί το γέλιο με τις υπερβολικές αντιδράσεις των ηρώων. Χαρακτηριστική η σκηνή που σκυλοβρίζεται ο πατέρας με τον γιο γιατί άργησε να βγει από το μπάνιο, ή η μάνα που βρίζει χειρότερα κι από λαχαναγορίτη.
  3. Κατά τη γνώμη μου, οι ηθοποιοί ήταν αξιοπρεπείς, τουλάχιστον κατάφερναν κι έβγαζαν μια παράνοια, ένα μάτι που γυάλιζε (εκτός από τις φωνές που βγάζανε – μετά τα γυρίσματα δεν θα μιλάγανε για 3 μήνες) ενώ η σκηνοθεσία/φωτογραφία λίγο κουραστική σε κάποια σημεία.

Σκηνές από την ταινία υπάρχουν στο YouTube. Την προτείνω μόνο και μόνο για το σοκ που νιώθεις όταν πρωτακούς τα μπινελίκια να εκτοξέυονται και επειδή είναι κάτι διαφορετικό από τις χοντροκομμένες κωμωδίες που αποκαλούμε σύγχρονο ελληνικό κινηματογράφο. Προειδοποιώ πάλι, μην προσπαθήσετε να ταυτιστείτε με κάποιον χαρακτήρα γιατί σας βλέπω στο Δαφνί…

Αναρτήθηκε στις Καλλιτεχνικά. 3 Σχόλια »

James Δοντ: Επιχείρησις Ρωσομπλιέτ

Προβολή πάλι μετά από ένα χρόνο (ας όψεται η Πολεμική Αεροπορία). Αρχίσαμε με την μικρού μήκους (40′) ταινία «James Δοντ: Επιχείρησις Ρωσομπλιέτ». Είναι μια ερασιτεχνική παραγωγή της OTiNaNAi Productions του 2007, η οποία όμως μας άρεσε περισσότερο από πολλές επαγγελματικές και ακριβές παραγωγές. Η ταινία ακολουθεί τα βήματα του υπερκατάσκοπου James Δοντ στην προσπάθειά του να αποτρέψει τον Ρώσο στρατηγό Sergei Pugurov να κατασκευάσει πυρηνικές κεφαλές χρησιμοποιώντας το ραδιενεργό στοιχείο πευκοβελόνιο που, όπως καταλάβατε, παράγεται από τα πεύκα. Ταινία-παρωδία των κλασικών ταινιών του James Bond, με ωραίες λήψεις και μερικές θεϊκές ατάκες. Όλα τα λεφτά ο κινέζος υπηρέτης! Μας προσέφερε άφθονο γέλιο, μπράβο στα παιδιά που την γύρισαν.

Είδαμε και δυο-τρία άλλα μικρά φιλμάκια (τρίλεπτα) της ίδιας ομάδας, από τα οποία ξεχωρίσαμε την «Αγάπη για το Frisbee», χαρακτηριστικό παράδειγμα του τι μπορείς να κάνεις μια μέρα στην παραλία με μια κάμερα… Όλες τις παραγωγές της της OTiNaNAi Productions μπορείτε να τις κατεβάσετε δωρεάν από τη σελίδα τους, ενώ στο YouTube υπάρχουν κάποια από τα τρίλεπτα φιλμάκια τους και ο James Δοντ (σε συνέχειες). Τα προτείνω ανεπιφύλακτα!

Αναρτήθηκε στις Καλλιτεχνικά. 1 Comment »

Ο γύρος του θανάτου

Όχι, δεν αναφέρομαι σε κάνα γυράδικο που σερβίρει γάτες… Χτες είχαμε πάλι μετά από 3 σχεδόν μήνες βραδιά προβολής και είδαμε την εν λόγω ταινία. Πάλι καλά που καταφέραμε και βρεθήκαμε, γιατί εδώ και 3 μήνες όλο και κάτι συμβαίνει και δεν μας κάθεται…

«Ο γύρος του θανάτου» λοιπόν, δράμα του ’83 σε σενάριο και σκηνοθεσία Ερρίκου Θαλασσινού, με πρωταγωνιστές τον Διονύση Ξάνθο (που έχει παίξει σε πολλές ταινίες-κοινωνικές καταγγελίες της εποχής), τον Γιώργο Μιχαλακόπουλο (που εγώ τον είχα για πιο σοβαρό ηθοποιό) και την Μαρία Τσακαλίδου. Σε δεύτερους ρόλους εμφανίζονται γνωστές cult-όφατσες της εποχής, όπως ο Σωτήρης Τζεβελέκος και ο Κώστας Παληός.

Η ταινία είναι μια κοινωνική καταγγελία ενάντια στο εμπόριο ανθρωπίνων οργάνων (ναι, το ’83 !!!). Ο Στέφος (Ξάνθος) είναι ένας μοτοσυκλετιστής-ακροβάτης που δουλεύει σε ένα λούνα-πάρκ, παρουσιάζοντας τον «Γύρο του Θανάτου» (το βίντεο δεν είναι από την ταινία). Παράλληλα είναι ερωτευμένος με την Ρόζα (Τσακαλίδου), το κορίτσι που δουλέυει στη σκοποβολή του λούνα-πάρκ. Κάποια μέρα εμφανίζεται ο Μαξ Κόλμαν (Μιχαλακόπουλος), ένας αξιοσέβαστος – αν και ελαφρώς αδερφίζων – επιχειρηματίας, και του κάνει μία ενδιαφέρουσα πρόταση: να του δώσει 2 εκατομμύρια δραχμές και να πάρει την καρδιά του όταν πεθάνει! Ο Μαξ είναι αντιπρόσωπος μιας αμερικανικής εταιρείας, η οποία αγοράζει μέλη υγιών ανθρώπων που κάνουν επικίνδυνα επαγγέλματα και μετά το θάνατό τους τα πουλάει σε πλούσιους για μεταμόσχευση. Ο Στέφος συμφωνεί, τσεπώνει τα φράγκα και δέχεται να περιορίσει τις καταχρήσεις που ενδεχομένως να βλάψουν την καρδιά του (ποτό, τσιγάρο, κλπ). Αρραβωνιάζεται τη Ρόζα, αγοράζουν σπίτι, αυτοκίνητο και ό,τι άλλο έχουν απωθημένο, μέχρι που τελειώνουν τα λεφτά. Η Ρόζα, έχοντας καλομάθει στα πλούτη τον προτρέπει να πουλήσει κι άλλα όργανά του, και έτσι ο Στέφος καταλήγει να πουλάει νεφρά, μάτια και αυτιά (!!!), δεχόμενος όλο και περισσότερους περιορισμούς στη ζωή του για να μην βλάψει τα όργανα που πουλήσε. Η εταιρεία του Μαξ δε, φτάνει μέχρι το σημείο να στείλει δυο μπράβους να παρακολουθούν κάθε βήμα του Στέφου και να τον αποτρέπουν από τις καταχρήσεις. Επειδή όμως όλα τα λεφτά τελειώνουν κάποτε, η Ρόζα παρατάει τον Στέφο και σπιτώνεται από τον Μαξ, ο Στέφος στην προσπάθειά του να βγάλει κι άλλα για να την φέρει πίσω πουλάει και τους όρχεις του, του επιβάλλεται περιορισμός στο σεξ (μια φορά την εβδομάδα) και τότε η Ρόζα τον εγκαταλείπει οριστικά. Όταν εμφανίζεται ένας εκατομμυριούχος με ενδιαφέρον για τους όρχεις του Στέφου, ο Μαξ, σε συννενόηση με τα αφεντικά απο Αμερική, αποφασίζει να σκοτώσει τον Στέφο για να του πάρουν τα όργανα. Ο Στέφος καταλαβαίνει τι πρόκειται να συμβεί, το σκάει, και αφού περιπλανιέται όλη νύχτα παίρνει τη μεγάλη απόφαση: Πηγαίνει στο λούνα-πάρκ, ανεβαίνει στη μηχανή του και κάνοντας τον «Γύρο του Θανάτου» τινάζεται στον αέρα με δυναμίτη, έτσι ώστε να μην μείνει τίποτα για τους εμπόρους οργάνων.

Τι αξίζει να σχολιάσουμε:

  1. Προσοδοφόρα επιχείρηση το εμπόριο οργάνων. 300 χιλιάρικα πήρε ο Στέφος για τους όρχεις του, 3 εκατομμύρια πήρε ο Μαξ για προκαταβολή από τον εφοπλιστή, ε, δεν θα έπαιρνε άλλα 3; 2000% κέρδος…
  2. Η ατάκα της ταινίας ανήκει σε ένα συνάδελφο του Στέφου στο λούνα-πάρκ, σε συζήτηση που είχε με την γκόμενά του:
    • (γκόμενα): Έλα από το σπίτι να γνωρίσεις τους δικούς μου.Φωνάζει ο πατέρας μου…
    • (τύπος): Άσε μας ρε Μαράκι, να μπλέξουμε τώρα με ανώμαλα ρήματα… (!!!)
  3. Οι γκόμενες είναι όλες πουτάνες και κυνηγάν τα λεφτά, εκτός από αυτές που ασκούν το επάγγελμα της πουτάνας, που είναι καλά κορίτσια κατά βάθος… (Μία τέτοια καλόκαρδη πουτάνα περιθάλπτει τον Στέφο όταν τον κυνηγούν να τον σκοτώσουν.)
  4. Απορώ πως ο συνάδελφος ρεμπεσκές κατάλαβε ότι η ταινία είναι γυρισμένη μετά το ’81 από τα μουστάκια των πρωταγωνιστών, λέγοντας χαρακτηριστικά «Αυτά τα μουστάκια είναι ΠΑΣΟΚικά!». Εγώ ήμουν μικρός τότε, δεν ξέρω…

Καλή σε γενικές γραμμές η ταινία, μας ευαισθητοποίησε με το κοινωνικό μήνυμα που περνούσε κι εμένα προσωπικά μου κέντρισε την περιέργεια να δω κι άλλες ταινίες με τον Διονύση Ξάνθο. Και μια απορία για το τέλος: αν σε ρωτήσουν «Θέλετε να γίνετε δωρητής οργάνων;» και τους απαντήσεις «Παρ’ τ’ αρχίδια μου!», το λαμβάνουν ως ναι;

Υ.Γ. Όποιος ξέρει πως είναι τα πασοκικά μουστάκια και τι διαφορά έχουν από τα υπόλοιπα, παρακαλώ ας με διαφωτίσει…

Αναρτήθηκε στις Καλλιτεχνικά. 3 Σχόλια »

Φυλακές Ανηλίκων

Σάββατο βράδυ πάλι είδαμε ταινία, με το κλασικό πλέον βαρελίνι και απίστευτες ποσότητες φαγητού. Έτσι όπως το πάμε θα βάζουμε 5 κιλά τη βδομάδα από τις ταινίες και μόνο. Την επόμενη είπαμε θα την δούμε με γιαουρτάκια 0% και φρουτοχυμούς… (Αυτό το ποστ ήταν να γίνει χτες, αλλά ας όψεται η βιΒΟΔΙ και η κωλογραμμή της που από χτες το βράδυ δε λέει να συγχρονίσει για παραπάνω από 3 λεπτά.)

Στο θέμα μας τώρα, είδαμε τις «Φυλακές Ανηλίκων», κοινωνικό δράμα του ’82 με γνωστό κάστ (Θέμης Μάνεσης, Αρτέμης Μάτσας, Γιώργος Πετρόχειλος) και διάφορες ημι-άγνωστες δευτερορολίτικες φάτσες… (Ξέρετε, κάτι ηθοποιούς που τους βλέπεις και λες «Ρε πούστη μου, κάπου τον έχω ξαναδεί αυτόν!» αλλά δεν υπάρχει περίπτωση να θυμηθείς, γιατί ή έπαιζε σε 200 ταινίες από 3 λεπτά στην καθεμία και μπερδεύεσαι, ή έπαιζε σε μια άγνωστη ταινία που την είδες από σπόντα μια φορά και πλέον έχεις ξεχάσει την ύπαρξή της.)

Η ταινία μας περιγράφει τις περιπέτειες μια παρέας τεσσάρων αγοριών απροσδιορίστου ηλικίας, οι οποίοι όλο λεν για σχολεία, μαθήματα και αποβολές αλλά εμφανισιακά μοιάζουν 30 πατημένα. (Τώρα θα μου πείτε αν δεν παίρναν τα γράμματα, μπορεί να μείναν και 10 χρόνια στην ίδια τάξη..) Τα παιδιά λοιπόν (ο Θεός να τα κάνει) είναι απογοητευμένα από τις οικογένειές τους, αισθάνονται ότι κανείς δεν τα αγαπάει και δεν νοιάζεται για τα συναισθήματά τους και γενικότερα είναι μπουχτισμένα με την κοινωνία των «μεγάλων». Γι’ αυτό βρίσκουν διέξοδο στις μηχανές, τα γκάζια και τις κόντρες, απ’ όπου βγάζουν και κάνα ψιλό σε στοιχήματα. Επειδή η ανάγκη για ρευστό είναι μεγάλη (οι μηχανές κοστίζουν, οι κοκακόλες στη ντίσκο επίσης – αλήθεια, κοκακόλες λέγαν ότι πίνουν), αναζητούν άλλους τρόπους να βγάλουν κάνα φράγκο. Μετά την αποτυχία του ωραίου της παρέας να κάνει το ζιγκολό και την ταπείνωση από μια άλλη παρέα με μηχανές, αποφασίζουν να το γυρίσουν στη «βούτα». Το σχέδιο πάει καλά, κλέβουν μια τσάντα με λεφτά από ένα γέρο, αλλά την ώρα που πάνε να το σκάσουν τους την πέφτει η αντίπαλη μηχανο-συμμορία, γίνεται της καριόλας, πλακώνουν οι μπάτσοι και οι ήρωες καταλήγουν στις φυλακές ανηλίκων. Εκεί μέσα τώρα έρχονται αντιμέτωποι με τον νταή του θαλάμου, με τον βίαιο δεσμοφύλακα (τον «Θεό» της φυλακής), την απομόνωση και τον ομοφυλόφιλο αρχιφύλακα… Στο τέλος, συνειδητοποιούν ότι η φυλακή δεν συμμορφώνει αλλά αντίθετα πορώνει περισσότερο τον κατάδικο και μετατρέπει τους απλούς νεαρούς παραβάτες σε έτοιμους εγκληματίες καριέρας… (που είναι και το ηθικό δίδαγμα της ταινίας.)

Σχόλια:

  1. Πρέπει να είσαι πολλά κιλά μαλάκας για να πας να κάνεις το ζιγκολό και μην καταλάβεις ότι η «πελάτισσα» είναι πουτάνα, και να βρίσκεσαι στο τέλος να χρωστάς κι από πάνω… (By the way, 3 χιλιαρικάκια η ταρίφα στην Αθήνα το ’82, και σε κυριλέ πουτάνα, όχι στο δρόμο.)
  2. Η φυλακή (Κορυδαλλός παρακαλώ) είναι σαν κατασκήνωση. Πλήρης ελευθερία μέσα στο θάλαμο, κιθάρες, γουόκμαν, στιλέτα, μαύρο, άσπρη, ό,τι τραβάει η όρεξή σου.
  3. Ο αρχιφύλαξ ήταν εντελώς κραγμένη. Κραγμένη, όχι αστεία… Και κάτι «ορίστε μας» από δω με το χέρι στη μέση, κάτι «τι ωραίο αγόρι που είσαι» από κει και να σπάει ο καρπός. Απορώ με τον σεναριογράφο που έκανε αρχιφύλακα την καμπαρετζού!
  4. Κατά τα άλλα υπάρχουν τα γνωστά κλισέ μιας ταινίας των 80’s με μηχανόβιους: ντίσκο, κόντρες, συμμορίες, πλακωμοί, ξύλο, να κλέβεις τη γκόμενα του αντίπαλου, κλπ…
  5. Μουσική: Γιώργος Κατσαρός. Αλλά πρέπει να βαριόταν λίγο, γιατί σε όλη την ταινία ένα τραγούδι ακούγεται συνέχεια. «Μου είπαν είσαι σάπια βίδα…»

Σε γενικές γραμμές καλά ήταν, δεν μας συγκλόνισε όμως. Είδαμε και λίγο την Καρέζη με τον Αλεξανδράκη και την Πάστα-Φλώρα που είχε η τηλεόραση πριν (αθάνατη ταινία), είδαμε και κάτι trailers από ελληνικές τσόντες εποχής μετά (με τη θεϊκή ατάκα – μεγάλη αλήθεια: «Απ’ το νερό πνιγήκανε πολλές, καμιά ποτέ απ’ τις ψωλές!»), είδαμε και σκυλο-βιντεοκλίπ… Έγινε και σπίτι μου η μάζωξη οπότε δεν είχα να κάνω δρόμο μετά. 🙂 Γενικά ωραία βραδιά…

Σκηνές πολλές εδώ.

Αναρτήθηκε στις Καλλιτεχνικά. Leave a Comment »