Clubbing… my ass!

Προχτές το Σάββατο το βράδυ βγήκαμε με μεγάλη παρέα σε κλαμπ για να γιορτάσουμε τα γενέθλια της αδερφής μου. Δεν συνηθίζω να πηγαίνω σε μεγάλα κλαμπ, αφενός γιατί με ζαλίζουν τα πολλά μπίτια (μάλλον γέρασα) και αφετέρου γιατί με ενοχλεί το στριμωξίδι (αυτό με ενοχλούσε πάντα). Γενέθλια όμως, άρα έπρεπε να πάω. Και εδώ αρχίζει η περιπέτεια στον κόσμο των κλαμπ…

Σκηνή πρώτη, να κλείσουμε τραπέζι. Δέκα μέρες πρίν την γιορτή, για να προλάβουμε τρομάρα μας… Τηλέφωνο στο Güzel, που ήταν η πρώτη επιλογή της αδερφής μου, και ακολουθεί ο εξής σουρεαλιστικός διάλογος:
– Καλησπέρα, θα ήθελα να κλείσω ένα τραπέζι για το Σάββατο 24/1 για 20 άτομα, για γενέθλια.
– Ναι, εεεε, ξέρετε, εεεε,  το Σάββατο τα τραπέζια τα κλείνουμε στο μαγαζί… (η έμφαση στο μαγαζί)
– Δηλαδή;
– Εεεε, είστε πελάτες; (Όχι, είμαι το αφεντικό και παίρνω να δω αν κάνεις σωστά τη δουλειά σου καραγκιόζο…)
– Τι εννοείτε;
– Είστε τακτικοί πελάτες, έρχεστε συχνά στο μαγαζί;
– Εχουμε ξανάρθει αρκετές φορές (η μικρή δηλαδή), αλλά δεν έχουμε κλείσει ποτέ τραπέζι στο δικό μας όνομα…
– Ε, να, ξέρετε, δεν γίνεται… Το Σάββατο κρατάμε τα τραπέζια για τους γνωστούς του ιδιοκτήτη! (Έτσι, στην ψύχρα! Ουτε καν ένα «συγγνώμη, έχουμε κλείσει») Άμα θέλετε ελάτε από δω και μπορεί να έχουμε καμιά ακύρωση. (Ναι, θα ρθούμε 20 άτομα και θα περιμένουμε σαν τους μαλάκες απ’ έξω μπας και πονάει ο κώλος κανενός φίλου του ιδιοκτήτη και δεν έρθει…)
– Ευχαριστούμε, γειά σας! (Μετάφραση: Άει σιχτίρ κι εσύ και το μαγαζί σου.)

Αλλαγή πλάνων, τηλέφωνο στο Villa Mercedes:
– Καλησπέρα, θα ήθελα να κλείσω ένα τραπέζι για το Σάββατο 24/1 για 20 άτομα, για γενέθλια.
– Βεβαίως! Θα μου δώσετε όνομα και τηλέφωνο;
– Τεμπελοσκυλίδου, 69ΧΧΧΧΧΧΧΧ. Να σας ρωτήσω, επειδή πρόκειται για γενέθλια, μπορούμε να φέρουμε τούρτα…;
– Βεβαίως και να φέρετε! Θα μας πείτε πότε να την φέρουμε στο τραπέζι να σβήσετε τα κεράκια και μετά θα σας την σερβίρουμε εμείς σε πιατάκια. Θα σας τηλεφωνήσουμε μέσα στην βδομάδα για επιβεβαίωση. Θα σας παρακαλούσα όμως στο τραπέζι να υπάρχει μια ισορροπία αντρών-γυναικών… (Γιατί; Θα παίξουμε το Χρυσό Κουφέτο;)
– Καλώς. Ευχαριστούμε…
– Εμείς ευχαριστούμε!
Ευγενικότατη η κοπελίτσα, καλή πρώτη εντύπωση, η μέρα με τη νύχτα με τον βλάχαρο στο άλλο μαγαζί. Πού να ξέραμε όμως…

Σκηνή δεύτερη, άφιξη της αδερφής μου στο κλαμπ για να κρατήσει το τραπέζι, Σάββατο, 23:30 περίπου…
Στην πόρτα:
– Καλησπέρα, έχουμε κλείσει τραπέζι στο όνομα Τεμπελοσκυλίδου…
– (Κοιτάει τα τεφτέρια…) Παρακαλώ, περάστε.
Στην είσοδο του μαγαζιού, εκεί που κόβουν εισιτήρια:
– Καλησπέρα, έχουμε κλείσει τραπέζι στο όνομα Τεμπελοσκυλίδου…
– (Κοιτάει τα τεφτέρια…) Α, ναι, για 20 άτομα, ε; Θα είστε 10 αγόρια – 10 κορίτσια; (Πω ρε άγχος μην μείνει κανένας αζευγάρωτος…)
– Θα είμαστε. (Λέμε τώρα…)
– Παρακαλώ ακολουθήστε με.
(Είσοδος στο κυρίως μαγαζί, περπάτημα στον χώρο των τραπεζιών…)
– Ορίστε το τραπέζι σας!
Ένα και μοναδικό τραπεζάκι, με δύο πολυθρόνες και ένα σκαμπώ. Τρία συνολικά καθίσματα για 20 άτομα!!! Φρίκη!!!
– Ποιο; Αυτό; Εμείς κλείσαμε για 20!!!
– Εγώ αυτό έχω στα χαρτιά μου. Μισό λεπτό να φωνάξω τον μαίτρ…
Έρχεται ο μαίτρ.
– Υπάρχει κάποιο πρόβλημα;
– Βεβαίως, κλείσαμε για 20 και μας δώσατε για 3, κάποιο λάθος θα έχει γίνει…
– Κανένα λάθος, το Σαββατο δεν κλεινουμε για πάνω από 6 άτομα στο ίδιο όνομα! (Προφανώς ένα τραπεζάκι, δύο πολυθρόνες και ένα σκαμπώ χωράνε έξι άτομα. Ένας στο σκαμπώ, δύο στις πολυθρόνες με άλλους δύο αγκαλιά και ο έκτος να χορεύει πάνω στο τραπέζι φαντάζομαι…)
– Και γιατί δεν μας το είπατε όταν κλείσαμε, να ξέρουμε τι να κάνουμε; Πώς θα χωρέσουμε 20 άτομα εδω πέρα; (Γαμώ το κεφάλι σου, γελοίε, που η μπανιέρα σπίτι μου έχει περισσότερο χώρο απ’ όσο μας δώσατε!)
– Γι΄αυτό σας βάλαμε στο ακριανό τραπέζι, για να μπορείτε να απλωθείτε και προς το μπαρ! (Α, πέστο έτσι. Ευχαριστούμε πολυ τρισμέγιστε μαίτρ που μας σκεφτήκατε.)

Σκηνή τρίτη, άφιξη εμού και της κοπέλας μου στο κλαμπ.
Πόρτα:
– Καλησπέρα, είμαστε για το τραπέζι Τεμπελοσκυλίδου…
– (Κοιτάει τεφτέρι.) Περιμένετε παρακαλώ!
Έρχονται άλλοι, δίνουν ονόματα τραπεζιών, περνάνε, περνάνε και δυο-τρεις παρέες για το μπαρ, εμείς περιμένουμε. Βγαίνει ο ανώτερος πορτιέρης, και αυτός που είχε το τεφτέρι γυρνάει συνωμοτικά, να μην τον ακούσουμε:
– Τα παιδιά είναι για τραπέζι, να τα αφήσω;
– Φυσικά να τα αφήσεις…
Τώρα τι δεν του ‘κατσε καλά του πρώτου μαλάκα, θα σας γελάσω. Χάλια πάντως δεν ήμασταν. Πιο χάλια από αυτόν τουλάχιστον. Εγώ αν είχα μαγαζί αυτόν δεν θα τον άφηνα να μπεί, τρέντι-ξετρέντι, με κουστούμι, αθλητικά, την γραβάτα λυμένη και δυο κουμπιά απ’ το πουκάμισο ανοιχτά… Εκτός άμα ήταν έξω από την προηγούμενη το παιδί και δεν είχε πάει σπίτι του.

Σκηνή τέταρτη και τελευταία. Μαζευτήκαμε, ήπιαμε τα ποτάκια μας (τα οποία ήταν και άθλια, όλοι την επόμενη μέρα είχαν πονοκέφαλο), η μουσική υποφερτή, και έρχεται η ώρα για την τούρτα. Την είχε παραδώσει η αδερφή μου όταν ήρθε, μαζί με κεράκια και τις άλλες τις παπαρίτσες που βάζουν πάνω στις τούρτες και βγάζουν σπίθες και δεν ξέρω πώς τις λένε, και της είχαν πει να ειδοποιήσει πότε να την βγάλουνε. Λέει λοιπόν στον γκαρσόνο να την φέρει. Περνάει κάνα τέταρτο, πουθενά η τούρτα. Έρχεται ο γκαρσόνος και ρωτάει «Σκέτη την φέρατε, χωρίς κεράκια;». Πάει η αδερφή μου μέσα στην κουζίνα, τι να δει… Πουθενά τα κεράκια και τα άλλα μαντζαφλάρια, η τούρτα στο κουτί της σχεδον διαλυμένη, τα κερασάκια να έχουν πέσει στο κουτί, λες και παίζαν πιάσε-πέτα τα γκαρσόνια. Στα πρόθυρα νευρικού κλονισμού η μικρή, να κατεβάζει καντήλια, μου χαλάσατε τα γενέθλια κλπ, τελικά φέραν την τούρτα με ένα κεράκι που κάπου ξεθάψαν οι του μαγαζιού, την έσβησε, την φάγαμε και φύγαμε. Και δεν θα μας ξαναδούν τα λαμόγια.

Αυτά! Τίποτε άλλο. Απαίσια συμπεριφορά σε κάποιον που ξέρεις ότι θα σου κάνει μεγάλο λογαριασμο (20 άτομα = τουλάχιστον 4 μπουκάλια + σφηνάκια/σέικερ/κανάτες = 500+ ευρώ). Ούτε μια συγγνώμη, ούτε ένα κέρασμα για συγγνώμη, ούτε κάν ένα φιστίκι με τα μπουκάλια (και να φέρναν που θα το βάζαμε, αφού σε ένα τραπεζάκι υπήρχαν 20 ποτήρια, μπουκάλια, κοκακόλες, νερά, κλπ, κλπ). Άντε στο διάολο όλοι τους λοιπόν, ας τα παίρνουν από τα πρόβατα που τους αρέσει να τους συμπεριφέρονται έτσι. Από μένα δεν θα τα ξαναπάρουν πάντως! Και τουλάχιστον κι ένας να διαβάσει αυτά και να αποφασίσει να μην πάει στα μαγαζιά αυτά, εγώ χαρούμενος θα ‘μαι που τους στέρησα έστω κι ένα 10ευρο. Άει σιχτίρ είπα; Δεν είπα… Άει σιχτίρ λοιπόν!

Αναρτήθηκε στις Σιχτίρια. 4 Σχόλια »